Στις 30 Σεπτεμβρίου οι Opeth μας παρουσίασαν τον δωδέκατο δίσκο τους με τίτλο ‘Sorceress’, για του οποίου την κατεύθυνση ήμασταν προϊδεασμένοι από το teaser του δίσκου αλλά και από το lyric βίντεο του ‘Will O The Wisp’, που είναι το τέταρτο κατά σειρά κομμάτι. Το artwork του δίσκου που απεικονίζει ένα παγόνι, σύμφωνα τον Mikael Åkerfeldt, κιθαρίστα, τραγουδιστή και γενικά mastermind της μπάντας, αντικατοπτρίζει έναν γενικό ναρκισσισμό που επικρατεί στην μπάντα.
Ήδη από το ‘Heritage’ (2011), οι Opeth, είχαν αρχίσει να αλλάζουν ρότα στη μουσική τους και να στρέφονται προς το καθαρό progressive χωρίς death metal φωνητικά και ύφος. Έτσι φτάσαμε στο 2016, με την μπάντα να μη θυμίζει σχεδόν καθόλου τους Opeth που είχαμε συνηθίσει και αγαπήσει, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι το νέο στυλ και ο νέος δίσκος δεν έχουν ποιότητα και εξαιρετικές μουσικές συνθέσεις. Όπως δήλωσε άλλωστε και ο Akerfedt: «Το άλμπουμ αυτό έχει ως σκοπό να ξεφύγει από την παγίδα της death για χάρη της μουσικής που αποτελεί τις απαρχές της metal όπως οι Deep Purple, οι Black Sabbath ή οι Rainbow.»
Ο δίσκος, κατά την άποψή μου, περιέχει κάποια κομμάτια τα οποία άνετα θα μπορούσες να τα ακούσεις σε ’70s progressive rock δίσκους μεγάλων συγκροτημάτων, χωρίς να εκλείπει, σε κάποια σημεία, η metal ιδιοσυγκρασία των Opeth. Το ‘Will O The Wisp’ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού. Πρόκειται για ένα ατμοσφαιρικό folk πεντάλεπτο, με το κομμάτι να φωνάζει, από τις πρώτες κιόλας νότες, Jethro Tull και Ian Anderson.
Το ‘The Seventh Sojourn’ είναι επίσης ένα από τα highlights αυτού του δίσκου όντας ιδιαίτερα πρωτότυπο, με έντονα ανατολίτικη αισθητική, με τη μελωδία, κλείνοντας, να γίνεται πιο απαλή και ατμοσφαιρική, όσο μπαίνουν τα φωνητικά με εφέ. Το ‘Strange Brew’ που ακολουθεί, είναι επίσης μια πολύ πετυχημένη προσπάθεια των Opeth να προχωρήσουν λίγο παρακάτω τον ήχο τους, παραθέτοντας ψυχεδελικά στοιχεία στο κομμάτι. Μια ακόμα προσωπική αγαπημένη στιγμή του δίσκου είναι το πέμπτο κομμάτι, το ‘Chrysalis’, αφού παρότι η στροφή που ‘χει κάνει η μπάντα σε πιο κλασικά μονοπάτια είναι πετυχημένη, το συγκεκριμένο κομμάτι έχει πιο «old-school Opeth» αισθητική (με έντονα βέβαια το prog στοιχείο), κάτι που λείπει στους fans του συγκροτήματος, τα τελευταία χρόνια.
Κομμάτια του δίσκου όπως το ‘Sorceress’ και το ‘The Wilde Flowers’ μας θυμίζουν έντονα τον προκάτοχο του δίσκου, ‘Pale Communion’ (2014). Τα ‘A Fleeting Place’ και ‘Era’ είναι δύο κομμάτια που κλείνουν με αξιόλογο τρόπο έναν πολύ αξιόλογο δίσκο, με σημεία από τους στίχους του δεύτερου να είναι σαν statement για την αλλαγή ύφους της μπάντας: «The end of an era, One starts a new».
Συνοψίζοντας, το ‘Sorceress’ είναι ένα άλμπουμ που δίχασε πολύ το κοινό των Opeth και σίγουρα όχι άδικα. Όποιος περιμένει να ακούσει την μπάντα που έγραψε το ‘Blackwater Park’ (2001), το ‘Deliverance’ (2002) και γενικά τους δίσκους ως το 2005, πρέπει να σταματήσει να ακούει τα νέα εγχειρήματα των Opeth. Για όποιον ψάχνει να ακούσει ποιοτική μουσική εμπνευσμένη από ’70s prog rock, προτείνω ανεπιφύλακτα το παρόν άλμπουμ. Σχετικά με το ‘Sorceress’ έχει γίνει έντονη συζήτηση περί πρωτοτυπίας και αυθεντικότητας, γι’ αυτό επιλέγω να κλείσω το άρθρο με έναν προβληματισμό: Τι είναι τελικά πιο αυθεντικό, οι Opeth που ακούγονται σαν κλασικοί Opeth ή οι Opeth που παίζουν το ίδιο με ’70s prog μπάντες;