Το ‘The Fat of The Land’ αποτελεί το τρίτο στούντιο άλμπουμ των Prodigy. Κυκλοφόρησε σαν σήμερα το 1997 από την XL Recordings και περιλαμβάνει κάποιες από τις πολλές επιτυχίες του group, όπως τα ‘Smack My Bitch Up’, ‘Breathe’ και ‘Firestarter’.
Ο τίτλος του δίσκου είναι εμπνευσμένος από την αγγλική φράση, «living off the fat of the land», που σημαίνει, «να ζεις την καλή και εύκολη ζωή».
Πριν από την αλλαγή της χιλιετίας, το λεγόμενο millennium, ένα πολυφυλετικό τρίο βρετανών ravers βρισκόταν ήδη στην κορυφή των αμερικανικών charts! Οι Prodigy ήταν είδωλα στην πατρίδα τους και κατάφεραν γρήγορα να γίνουν γνωστοί, τουλάχιστον στην rave σκηνή.
Στην Αμερική εκείνη την περίοδο, τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά. Εν μέρει, επειδή το άτυπο κίνημα ανώνυμων παραγωγών, που σχετιζόταν με τα ναρκωτικά και την underground κουλτούρα, δεν μπορούσε να απορροφηθεί από το τότε star system και δεν ταίριαζε εύκολα στον καπιταλισμό της αγοράς.
Σαφώς, υπήρχε χώρος για κάτι τέτοιο, το μόνο που χρειαζόταν ήταν να ανάψει μια μικρή σπίθα.
Το τρίο με αφετηρία μια κομητεία του Essex, ήταν αυτή ακριβώς η σπίθα στα late 90s, που καθόρισε την παγκόσμια μουσική κουλτούρα.
Πρωτοπόροι και δημιουργοί του big beat, ενός είδους ηλεκτρονικής μουσικής που έχει τις ρίζες του σε μια ευρεία κατεύθυνση και γεννήθηκε στην καρδιά της βρετανικής υποκουλτούρας, συνδύαζε πολλές και διαφορετικές επιρροές, όπως το αμερικανικό hip-hop, τη house και την techno.
Παράλληλα άνθιζε κι ένα άλλο είδος, το trip-hop, το οποίο χαρακτηριζόταν από μια πιο λεπτή αισθητική ενώ το big beat άρχισε να γίνεται η μουσική των parties.
Mέχρι τότε όμως κανείς δεν είχε τολμήσει να πειραματιστεί με τόσο διαφορετικά είδη μεταξύ τους.
Το Metal Hammer έχει χαρακτηρίσει στο παρελθόν αυτό το άλμπουμ ως το σημείο που η rave κουλτούρα συνάντησε το metal.
Καθόλου τυχαίο αφού πολλά κομμάτια του δίσκου είχαν τεράστια απήχηση στο rock και metal κοινό. Ήταν σχεδόν προβλέψιμο ότι οι Prodigy θα κατέληγαν να αναλάβουν την ευθύνη για την ραγδαία άνοδο του nü-metal που ακολούθησε λίγο μετά τα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Η πολυπλοκότητα του ‘The Fat of The Land’ ως αποτέλεσμα της σκληρής δουλειάς του Howlett, απογειώνεται από τα φωνητικά του Maxim και του Keith, όπως και του Kool Keith στα ‘Smack My Bitch Up’ και ‘Diesel Power’.
Η μουσική είναι μεγαλειώδης, υπέροχη και καθηλωτική. Στον ηλεκτρονικό ήχο μετράει η φυσική περισσότερο από την ψυχολογία. Οι στίχοι ίσως προκαλούν προβληματισμό ή ωθούν τον ακροατή σε μια πιο ενδοσκοπική διεργασία, αλλά αυτό που προσφέρει η electronica είναι περισσότερο μια εμπειρία. Τρανό παράδειγμα αποτελεί το 9λεπτο ‘Narayan’.
Το ‘Climbatize’ με sample από τους Global Communication και το ‘Air Drums From Outer Bongolia’ έχει μια κινηματογραφική ατμόσφαιρα και αν εξαιρέσεις τα πιο μονότονα σημεία του άλμπουμ, όπως για παράδειγμα το ‘Serial thrilla’, οι Prodigy καθιέρωσαν με το ‘The Fat of The Land’ ένα πιο βαρύ ήχο που δε συγκαταλέγεται ακριβώς ούτε στη rock, ούτε στην ευρεία ηλεκτρονική μουσική.
Ο δίσκος αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του συγκροτήματος μέχρι σήμερα.
Έχει πουλήσει πάνω από 10 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως, κατάφερε να πουλήσει πάνω από 2,5 εκατομμύρια αντίτυπα μόνο στην στην Αμερική και έχει συμπεριληφθεί στο βιβλίο με τα 1001 άλμπουμ που πρέπει να ακούσεις πριν πεθάνεις.
Το ‘The Fat of The Land’ ηχογραφήθηκε στο home studio του Liam Howlett και στα Strongroom Studios του Λονδίνου, ενώ στην έκδοση που κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία την ίδια χρονιά περιείχε και δύο bonus tracks, τα ‘Molotov bitch’ και ‘No Man Army‘, με το τελευταίο να έχει κυκλοφορήσει σε συνεργασία με τον Tom Morello.
The Prodigy – ‘The Fat of The Land’ / Tracklist:
1. Smack My Bitch Up
2. Breathe
3. Diesel power (ft. Kool Keith)
4. Funky shit
5. Serial thrilla
6. Mindfields
7. Narayan
8. Firestarter
9. Climbatize
10. Fuel my fire
Japan bonus tracks:
1. Molotov bitch
2. No man army