Ο Νίκος Λώρης είναι ο άνθρωπος πίσω από το Rockwave Festival, με περίπου 40 χρόνια στη διοργάνωση συναυλιών στην Ελλάδα. Λίγες ημέρες πριν το φεστιβάλ ανοίξει ξανά τις πύλες του για να υποδεχθεί τον κόσμο στη Μαλακάσα, παραχώρησε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο avopolis.gr και στον Μάκη Μηλάτο, μιλώντας για αρκετά θέματα γύρω από τα συναυλιακά δρώμενα της χώρας
Για το ενδεχόμενο επανένωσης των Τρυπών:
Συναντήθηκα με τα ιστορικά μέλη του συγκροτήματος για την πιθανότητα μιας συναυλίας στις 20 Ιουλίου 2023 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας. Τελικά αυτό δεν ευδοκίμησε. Δεν πειράζει! Θα το κάνουμε σε 10 χρόνια για να γιορτάσουμε τα 50 χρόνια. Είναι ένα κίνητρο να είμαστε ακμαίοι και υγιείς, για να το κάνουμε τότε.
Ποιοι διαφωνούσαν;
Δεν ξέρω να πω ακριβώς ποιος ήθελε και ποιος όχι. Ίσως όλοι να ήθελαν αλλά αν πεις κάτι κάποια στιγμή, μετά είναι δύσκολο να το πάρεις πίσω.
Για πάμε λίγο πίσω. Ας θυμηθούμε το Rock of Gods, σχεδόν 30 χρόνια πια έχουν περάσει, που ήταν η αρχή για το Rockwave. Έτσι δεν είναι;
Νομίζω πως είναι μια ιστορική στιγμή, όχι για μας που είμαστε εδώ και κουβεντιάζουμε, αλλά είναι ιστορική στιγμή για τη μουσική εξέλιξη, για το ροκ στη χώρα μας. Θυμάσαι Μάκη, το συζητάγαμε και τότε, όταν συζητάγαμε στο Ρόδον FM, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει μεγάλο συγκρότημα στην Ελλάδα αν δεν γίνει κάποιο φεστιβάλ. Κάναμε συναυλίες στο Ρόδον αλλά το σαράκι μας έτρωγε. Έτσι κάναμε μια συνεργασία, εμείς ως Di Di Music και ο Φώτης Μπόμπολας ως Ρόδον που το υποστήριξε οικονομικά και έγινε, το 1996.
Και ο χώρος πως βρέθηκε; Ψάχνατε γενικά;
Όλους τους χώρους που χρησιμοποιήσαμε τα επόμενα χρόνια, τους είχαμε τσεκάρει από πριν. Γυρνάγαμε με ένα μηχανάκι και βλέπαμε. Και η Φρεαττύδα και ο Άγιος Κοσμάς και όλα ήταν τσεκαρισμένα από πριν, αλλά τελικά βρήκαμε τη Δραπετσώνα και ξεκινήσαμε από εκεί. Σήμερα συνάντησα τον διοργανωτή του Rock in Athens 1985. Ετοιμάζεται λοιπόν ένα ντοκιμαντέρ για τα 40 χρόνια από τότε που έγινε και έκθεση φωτογραφίας και βίντεο και όλα αυτά λέμε να τα φιλοξενήσουμε φέτος στο Rockwave, όλες τις ημέρες του φεστιβάλ.
Έγινε λοιπόν το ’85 το Rock in Athens, έγινε το 1996 το Rock of Gods, έχουν περάσει από τότε πολλά χρόνια μέσα στα οποία έγιναν πολλά. Τι έχει αλλάξει από τότε κατά τη γνώμη σου;
Η μεγάλη αλλαγή νομίζω είναι στο ήθος των ανθρώπων που έχουμε στη δουλειά μας. Για να πω την αλήθεια, εγώ κάθε μέρα νοσταλγώ εκείνες τις μέρες και τους ανθρώπους που συμμετείχαν εκείνη την εποχή. Υπήρχε ανταγωνισμός αλλά υπήρχε και συνεννόηση. Μιλάγαμε μεταξύ μας. Συναντιόμαστε τα βράδια στα μπαρ και τα πίναμε παρέα και κουβεντιάζαμε. Και την άλλη μέρα στο γραφείο του ο καθένας έκανε τη δουλειά του, με τα «χτυπήματα» -που λέμε- πάνω απ’ τη μέση, κάτω, απ’ τη μέση, στο κεφάλι… Τώρα έχουμε πάει σε ένα άλλο επίπεδο. Τότε κάναμε και από κοινού συναυλίες για να μην «χτυπιόμαστε» μεταξύ μας. Θυμάμαι και τους House of Love και τους Dead Can Dance και άλλα που τα κάναμε συνεργατικά για να μην τα πάμε στο κόκκινο. Τώρα δεν υπάρχει αυτό. Όλα είναι στο κόκκινο μόνο.
Έχει γίνει κάποια προσπάθεια επικοινωνίας και συνεννόησης;
Δεν νομίζω πως υπάρχει τώρα αυτό το περιθώριο. Είναι οι γνωστοί «κουκουλοφόροι» που δεν έχουν καμία σχέση με τη μουσική. Το θέμα είναι να αγαπάς τη μουσική, να ακούς μουσική, να ζεις με τη μουσική. Όμως δεν συμβαίνει πια. Μπήκαν άνθρωποι άσχετοι επειδή νομίζανε πως είναι μια δραστηριότητα από την οποία μπορείς να βγάλεις πολλά λεφτά. Εγώ δεν ξέρω κανέναν από τις συναυλίες να έχει βγάλει πολλά λεφτά. Σαφώς ζούμε με αξιοπρέπεια, αλλά μέχρι εκεί. Υπήρχε πάντα αυτή η εντύπωση… Πρόσφατα κάποιος μου είπε πως έβγαλα μια περιουσία από τους U2 και του λέω: «πιστεύεις αλήθεια πως ξεκίνησαν οι U2 να έρθουν στην Ελλάδα για να βγάλω εγώ πολλά λεφτά;»
Κακά τα ψέματα, τα μεγάλα live βασικά αυτό που προσφέρουν είναι να μάθεις τη «μηχανική» της δουλειάς, τον τρόπο που στήνεται ένα μεγάλο σόου, τι χρειάζεται, πως λειτουργεί. Πράγματα που οι μικρές συναυλίες δεν σε βοηθάνε να τα ανακαλύψεις και να τα μάθεις.
Βλέπω και μαθαίνω. Το βασικό στήσιμο της σκηνής του Terravibe είναι μια παραλλαγή βασισμένη στα πρότυπα των μεγάλων καλλιτεχνικών περιοδειών. Ξεκίνησα πριν από χρόνια με ένα stage σε γήπεδο, για τον Rory Gallagher, που ήταν 10Χ8 και τώρα έχω φτάσει στο 40Χ18. Καλά είναι… Δεν θέλει παραπάνω. Αυτή η διαδρομή που φαίνεται απλή, έχει από πίσω πολύ φροντιστήριο από τις μεγάλες συναυλίες, για να μπορείς να το λειτουργήσεις αυτό το stage.
Άρα από τις μεγάλες συναυλίες κερδίζεις βασικά τεχνογνωσία;
Τεχνογνωσία και φήμη σαν διοργανωτής συναυλιών.
Και φτάνει η τεχνογνωσία για να κάνεις μεγάλες συναυλίες;
Όχι, χρειάζεται και η αυτονομία. Εμείς με τα χρόνια κατορθώσαμε να γίνουμε αυτόνομοι σε πολύ μεγάλο βαθμό και να έχουμε τις απαραίτητες υποδομές για κάθε μεγάλη συναυλία. Αν δεν τα είχα αυτά δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω οικονομικά μια μεγάλη συναυλία ή ένα φεστιβάλ.
Εσύ λοιπόν έχεις στήσει στη Μαλακάσα μια μεγάλη υποδομή που εξελίσσεται και σου δίνει τη δυνατότητα να τα βγάλεις πέρα και οικονομικά και όσον αφορά στις ανάγκες. Οι άλλοι που δεν έχουν υποδομές πώς τα βγάζουν πέρα;
Είναι κακές διοργανώσεις κατά τη γνώμη μου – και δεν το λέω ανταγωνιστικά, αλλά αντικειμενικά. Είναι σε χώρους με προβλήματα, που είναι κακοί για φεστιβάλ και για πολύ κόσμο, και δείχνει και την κακή διάθεση για το τι είναι ανταγωνισμός και συναγωνισμός – που δεν ίσχυε το ‘86, το ’96. Μπορεί τότε να είχαμε κόντρες και να τσακωνόμασταν κάποιες φορές, αλλά εγώ ποτέ δεν διανοήθηκα ότι δεν θα πάω στο Ρόδον να κάνω συναυλίες, γιατί ήταν ένας χώρος εξαιρετικός γι’ αυτή τη δουλειά και πολλές φορές υποψήφιος για διεθνή βραβεία κι εκεί μπορούσα να κάνω τη δουλειά μου όπως έπρεπε και όπως απαιτούσαν τα συγκροτήματα. Άλλο το ένα άλλο το άλλο…
Για να λέμε τα πράγματα όπως είναι. Τα μηχανήματα που στήνονται στο Terravibe είναι πολύ καλά και είναι τα ίδια που στήνονται και στη Πλατεία Νερού για παράδειγμα. Στο Terravibe το αποτέλεσμα είναι τεχνικά άψογο, ενώ στην Πλατεία Νερού οι φανς διαμαρτύρονται…
Φταίνε τα μηχανήματα ή φταίει ο χώρος;
Ο χώρος φταίει. Ακούει πιο καλά κάποιος στο Σούνιο, παρά αυτός που είναι 60 μέτρα από τη σκηνή. Αλλά τώρα είμαστε στο 2023 κι ο κόσμος που πληρώνει 50, 100, 200 ευρώ θέλει κάτι καλύτερο.
Εγώ, που είμαι σε αυτή τη δουλειά από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, έχω δει πολλούς οργανωτές να εξαφανίζονται ή να πέφτουν έξω από κακούς υπολογισμούς. Να πω και μια ακόμη ιστορία για να καταλάβετε πώς λειτουργούν τα πράγματα και το ότι τα λεφτά από μόνα τους δεν καθορίζουν πάντα τα πράγματα και τις αποφάσεις. Οι ατζέντηδες δεν είναι χαζοί, λαμβάνουν υπ’ όψη τους πολλές παραμέτρους. Είμαστε στο 2011 και συζητάμε να κλείσουμε μια μεγάλη ροκ μπάντα για το ’12.
Είμαστε ήδη σε βαθιά πτώχευση ως χώρα και για να κάνεις συναυλία αυτού του βεληνεκούς πρέπει να έχεις ολιστική άποψη, γιατί αλλιώς μπορεί να την πατήσεις. Υπάρχει λοιπόν η οικονομική πρόταση της Di Di και υπήρχαν και άλλες προτάσεις για υπερ-διπλάσια ποσά.
Ρωτάει ο ατζέντης του γκρουπ: «Γιατί εσείς έχετε 50 ευρώ εισιτήριο και οι άλλοι 90;». Του εξηγούμε πως η χώρα έχει πτωχεύσει, το ξέρανε άλλωστε, και του εξηγούμε πως με το ακριβό εισιτήριο οι φανς του γκρουπ ή δεν θα έρθουν και το συγκρότημα θα παίξει σε άδειο χώρο ή θα έρθουν και θα κάνουν ντου. Το κατάλαβε, είπε όχι σε όλους και ήρθε με μας και ας πήρε λιγότερα. Γιατί; Γιατί υπήρχε η άποψη, μια παράμετρος που οι άλλοι δεν λάμβαναν υπ’ όψη τους. Και ο ατζέντης το κατάλαβε και ήρθε με μας.
Αυτό πόσο συχνά λειτουργεί;
Πολλές φορές, και σε διαφορετικού είδους συναυλίες. Να, για παράδειγμα, κάναμε μια πρόταση στον Andrea Bocelli για μια συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο με προσιτό εισιτήριο για τους πολλούς και όχι μια συναυλία για λίγους και ακριβό εισιτήριο. Έγινε δεκτό από τον καλλιτέχνη και δουλεύει πολύ καλά.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
Πηγή: Avopolis