Αφιέρωμα στο ‘Smash’ των Offspring
Ah, it’s time to relax
You know what that means
A glass of wine, your favorite easy chair
And of course, this compact disc
Playing on your home stereo
So, go on, and indulge yourself
That’s right, kick off your shoes
Put your feet up
Lean back and just enjoy the melodies
After all, music soothes even the savage beast
Με αυτή την λιτή μα ζεστή παραίνεση ο στενός φίλος των Offspring, John Mayer (απλή συνωνυμία με τον γνωστό τραγουδιστή-κιθαρίστα), επιλέγει να μας συστήσει στο album το οποίο έμελλε να διαμορφώσει και να εκτοξεύσει την φήμη τους μια για πάντα.
8 Απριλίου του 1994.
3 μόλις μέρες μετά τον θάνατο του Kurt Cobain (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις διακυμάνσεις των τότε μουσικών ρευμάτων) και 2 μήνες μετά την κυκλοφορία του Dookie των Green Day, η punk έρχεται να εμπεδώσει για τα καλά την επιστροφή της στη συνείδηση του αμερικανικού κοινού, μέσα από την κυκλοφορία του εμβληματικού Smash.
Με τα The Offspring (1989) και Ignition (1992) να αποτελούν τα ορμητήριά τους, ο εφηβικός ενθουσιασμός συνάντησε την διαμόρφωση ενός νέου μουσικού κύματος, δημιουργώντας τις πλέον γόνιμες συνθήκες για έναν εκρηκτικό τόσο στην σύσταση όσο και στην επίδρασή του δίσκο.
Ένα ποιητικό συνονθύλευμα προσωπικών αποτυχιών, τοξικών σχέσεων, νεανικών προβληματισμών και ηττοπαθούς αυτογνωσίας υπό το πέπλο μιας punk μουσικής καταιγίδας, έδωσε σάρκα και οστά στο 3ο άλμπουμ των Offspring και φτερά στους Dexter Hooland, Noodles, Greg K. και Ron Welty για τις υψηλότερες πτήσεις της έως τότε καριέρας τους.
Ο δρόμος ωστόσο πριν την κυκλοφορία δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Σύμφωνα με συνέντευξη του Holland το 1994:
To προηγούμενό μας album είχε πουλήσει 15.000 αντίτυπα, οπότε η πιθανότητα να μας παίξουν στα ραδιόφωνα ήταν ανύπαρκτη. Ειδικά απ’ την στιγμή που αυτή η μουσική δεν ήταν αποδεκτή από τα μέσα. Επομένως όλο αυτό που ακολούθησε μας εξέπληξε.
Παράλληλα ο κιθαρίστας Noodles, είχε δηλώσει σχετικά με την οικονομική ανέχεια που αντιμετώπιζε το συγκρότημα εκείνη την περίοδο:
Καλούσαμε συνεχώς στο studio που ηχογραφούσαμε για να δούμε πότε είχαν κενό, για να πετύχουμε κάποια καλύτερη τιμή.
Παρ’ όλα αυτά, η ανεξάρτητη μα διορατική Epitaph Records τους έδωσε την πολυπόθητη ευκαιρία και ό,τι ακολούθησε θεωρείται πλέον ιστορία.
Ενδεικτικό της φιλοσοφίας του Smash αποτελεί το εναρκτήριο τραγούδι του, ονόματι ‘Nitro (Youth Energy)’, που λακωνικά αλλά με φρενήρη ρυθμό μας καλεί να ζήσουμε σαν να μην υπάρχει αύριο.
Στη συνέχεια, η μυστηριώδης μπασογραμμή του ‘Bad Habit’ μετουσιώνεται σε ενορχηστρωτικές ριπές, με αμφιλεγόμενη ωστόσο θεματολογία, μιας και οι στίχοι αφηγούνται την ιστορία ενός εκνευρισμένου οδηγού ο οποίος ανοίγει πυρά κατά των άλλων οδηγών, με τον Noodles ωστόσο να υπερασπίζεται το concept ως χιουμοριστικό.
Σε ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα τραγούδια του άλμπουμ, το ‘Gotta Get Away’ χτίζει με επιθετικότητα το προσωπικό βίωμα παράνοιας και άγχους του Dexter Holland, μιας και αυτό ήταν το τελευταίο τραγούδι που έπρεπε να παραδώσει, διοχετεύοντας όλη του την ενέργεια στην σύνθεσή του.
Εν συνεχεία, τα ‘Genocide’ και ‘Something Τo Believe’ έρχονται με περίσσεια ορμή να στηλιτεύσουν τον αμοραλισμό, τον κυνισμό και τη συναισθηματική λειψυδρία της εποχής.
Με την σταδιακή κλιμάκωση να έχει επιτευχθεί και με το παραπάνω, η κορύφωση του Smash κάνει την εμφάνισή της στο θρυλικό ‘Come Out And Play’.
Το χαριτωμένο ή/και παιχνιδιάρικο θα λέγαμε μουσικό υπόστρωμα με τις ανατολίτικες επιρροές, υποδέχεται με ευφημισμό την κριτική ματιά του Holland σχετικά με την οπλοφορία και την βία στα σχολεία, προσφέροντας πνοή σε μία iconic μελωδία που αποτέλεσε το πρώτο single του συγκεκριμένου album και ένα από τα κορυφαία κομμάτια της δισκογραφίας των Offspring.
Fan fact: Ο θρυλικός στίχος “Gotta keep ’em seperated” προήλθε από ένα πείραμα με βακτήρια που εκτελούσε ο Dexter Holland κατά την φοίτησή του στην ιατρική και ερμηνεύτηκε από το στενό φίλο του συγκροτήματος Jason Blackball McLean.
Σε εξίσου υψηλές πτήσεις, συναντάμε και το αδιανόητα ποιοτικό ‘Self Esteem’. Μία σύνθεση που αν και δαμάζει λίγο τον ρυθμό, ξεσηκώνει τον ακροατή χάρη στα θυελλώδη φωνητικά και την εξαιρετική χημεία των τεσσάρων μελών.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση και οι ναυαγισμένοι έρωτες δίνουν ζωή στην πλέον ίσως αναγνωρίσιμη μελωδία των Αμερικανών punk rockers, συμβάλλοντας έτι περισσότερο στην γιγάντωση του μύθου τους.
‘Ιt’ ll Be A Long Time’ και ‘Killboy Powerhead’ επαναφέρουν τον punk ηχητικό καταιγισμό των Offspring, εξερευνώντας μονοπάτια όπως η ασυδοσία της εξουσίας και κάθε μορφή βίας, για να δώσουν την σκυτάλη στο ‘What Happened To You’, μια ξεσηκωτική δημιουργία σε ska φιγούρα που στιχουργικά αγγίζει την ευαίσθητη χορδή των εξαρτήσεων.
Ακολουθούν τα σύντομα ‘So Alone’ και ‘Not The One’, δύο άκρως ατίθασες εμπνεύσεις με τη μεν να ξεσκεπάζει το φάντασμα της μοναξιάς και τη δε να κατακεραυνώνει τις προηγούμενες γενιές για τα λάθη που κληρονόμησαν.
Tην αυλαία κλείνει με εμφατικό τρόπο το ομώνυμο ‘Smash’, ισορροπώντας άψογα μεταξύ επιθετικότητας και συγκινησιακής φόρτισης, σε μία κραυγή απελευθέρωσης και αντικομφορμισμού από πλευράς καλλιτέχνη.
Με τη λήξη του τραγουδιού, μάλιστα, επανέρχεται ο John Mayer για να απαλύνει την ένταση:
There.
I hope you enjoyed our time together, today.
You know, it seems harder and harder to just sit back and enjoy the finer things in life.
Well, ’til next time… tata!
Η επόμενη φορά άλλωστε, δεν ήταν άλλη παρά το εξαιρετικό Americana, το οποίο ισοπέδωσε 4 χρόνια αργότερα ό,τι είχε μείνει όρθιο από την επέλαση του Smash.
Και κάπως έτσι, με θριαμβευτικό τρόπο και υπό το βάρος μιας τραγικής σύμπτωσης – θυμίζουμε πως 8 Απριλίου είναι η ημερομηνία που βρέθηκε νεκρός ο Kurt Cobain– η κυκλοφορία του Smash σηματοδότησε μια ευρύτερη στροφή στο νεανικό κοινό καθώς και ένα νέο μουσικό κίνημα που με ορμή προσγειώθηκε για να αγκαλιάσει τον θυμό, τα θέλω και τα αδιέξοδα μιας ανήσυχης γενιάς.
Οι ταχύρρυθμες μελωδίες και οι αφιλτράριστοι στίχοι διετέλεσαν τα χρώματα που επιδέξια απλώθηκαν στον καμβά, ο οποίος δεν ήταν άλλος από την ασίγαστη ανάγκη για έκφραση και καλλιτεχνικό ξέσπασμα.
Μόνο τυχαίο δεν θα χαρακτηρίζονταν το γεγονός ότι το Smash πούλησε περίπου 6 εκατομμύρια αντίτυπα στις ΗΠΑ, έγινε 6 φορές πλατινένιο και θεωρείται επάξια ένα album σήμα κατατεθέν της Generation X.
Μαζί με το Dookie, μάλιστα, άνοιξαν τον δρόμο ανάμεσα σε μεγάλες δισκογραφικές και πλήθος punk rock σχημάτων της εποχής, επαναφέροντας ένα σχεδόν παραγκωνισμένο μουσικό είδος στην σφαίρα του mainstream.
30 χρόνια μετά, μπορεί να μην θεωρείται το πλέον επίκαιρο μουσικό εγχείρημα, ωστόσο διεγείρει ανάλογη ένταση και πάθος κατά την ενασχόληση μαζί του.
Ένα πάθος που αναμένεται να κατακλύσει στις 9 Ιουνίου 2024 την Πλατεία Νερού και το Release Athens Festival.
Καλή μας ακρόαση!