Αφιέρωμα στον τέταρτο δίσκο του Rory Gallagher
Αρχές δεκαετίας του ’70. Το άστρο των Beatles έχει σβήσει, φέγγοντας εκτυφλωτικά την προηγούμενη δεκαετία και αλλάζοντας μια για πάντα τη μουσική βιομηχανία.
Το κίνημα της ψυχεδέλειας από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, μαζί με τους Doors και την υπόλοιπη southern-country rock παραγωγή σημείωσε τεράστια εμπορική επιτυχία.
Η Μεγάλη Βρετανία παίρνει τα σκήπτρα, οι Rolling Stones γιγαντώνονται, ενώ γεννιούνται σιγά σιγά νέοι μουσικοί κολοσσοί, με τους Pink Floyd, Black Sabbath, Led Zeppelin και Deep Purple να μονοπωλούν, σε ένα κοινό που δίψαγε για νέους ήχους. Κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά τα μεγαθήρια, ξεπροβάλλει ένας απλός τύπος, με μια Fender Stratocaster στο χέρι.
Δεν έχει το image ενός rockstar, σιχαίνεται την δημοσιότητα και την έκθεση σε αυτήν, και δείχνει από το παρουσιαστικό του κιόλας αταίριαστος με τη χρυσόσκονη και τα φώτα της rock. Το μόνο του όπλο είναι η ψυχή του και η κιθάρα του, αυτή η ταλαιπωρημένη κιθάρα που στα live άλλοτε την μάλωνε, άλλοτε την σκέπαζε με ένα πανί για να μην κρυώσει, για να συνεχίσει να παίζει τις νότες που έβγαιναν από μέσα του.
Ο Rory Gallagher δεν ήταν ο καλύτερος κιθαρίστας του κόσμου, κι ας υποστήριζε ο Jimi Hendrix το αντίθετο. Δεν ήταν ο πιο προικισμένος τεχνικά, η φωνή του ποτέ δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά ήταν η απόδειξη πως για να υπηρετήσεις το rock ‘n’ roll δεν χρειάζεται μόνο θεόσταλτο ταλέντο, αλλά και ψυχή. Και από αυτήν είχε μπόλικη…
Στις 11 Νοεμβρίου του 1973, λοιπόν, ανεβαίνει στα ράφια των δισκοπωλείων το ‘Tattoo’. Δεν είχε την λάμψη των κυκλοφοριών εκείνων των χρόνων, δεν πούλησε πάνω από 37 εκατομμύρια αντίτυπα όπως το ‘IV’ των Led Zeppelin, ούτε στρογγυλοκάθισε στα charts αμέτρητες εβδομάδες, όπως το ‘The Dark Side of The Moon’ των Pink Floyd.
Ήταν όμως η ενσάρκωση της ατόφιας blues rock, χαραγμένη στα αυλάκια ενός βινυλίου, ένας δίσκος γεμάτος ζεστασιά και συναίσθημα, που δύσκολα θα βρεις άνθρωπο που ακούει αυτήν την μουσική που να μην συγκινηθεί στο άκουσμά του.
Μέσα σε αυτό το album, ο Rory Gallagher ερμήνευσε μερικά από τα κορυφαία κομμάτια του, όπως το ‘Tattoo’d Lady’ και το ‘A Million Miles Away’, και η αναγνώριση στο πρόσωπό του θα αργούσε αλλά θα ερχόταν, ακόμα και μετά το θάνατό του.
Πρόκειται για ένα πόνημα που μπλέκει αριστοτεχνικά τα blues του Δέλτα με την κιθαριστική rock, και αναδεικνύει και μια jazz πλευρά του, αρκεί να ακούσετε το ‘They Don’t Make Them Like You Anymore’.
Σε αυτό το κομμάτι μάλιστα, ο ήχος θυμίζει μπουζούκι και η εισαγωγή του «φέρνει» στο ‘Περασμένες Μου Αγάπες’, που ερμήνευσε ο βιρτουόζος Μανώλης Χιώτης με την Μαίρη Λίντα.
Το ‘Tattoo’d Lady’, όπως έχει εκμυστηρευτεί ο αδερφός του Rory Gallagher, αντικατοπτρίζει τη ζωή του από την παιδική του ηλικία, και τον παρομοιάζει με έναν διασκεδαστή του δρόμου.
Έγινε συναυλιακός ύμνος μαζί με το γρήγορο, bluesy, ‘Cradle Rock’ από το ίδιο album, και ένα από τα αγαπημένα του κοινού στην ιστορική Irish Tour που θα ακολουθούσε, μετά την κυκλοφορία του δίσκου.
Η ταχύτητα κατεβαίνει στο ’20:20 Vision’, με τον Rory Gallagher να χρησιμοποιεί ακουστική κιθάρα, και το πιάνο να του προσδίδει μια country πινελιά σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο γρέζι της φωνής του.
Τα blues του Δέλτα ακούγονται πιο ζωντανά από ποτέ στο ‘Livin’ Like a Trucker’ -με τον Rory Gallagher να τραγουδάει «I’m a ramblin’ man, cannot stop a travlin’ man» σαν άλλος Gregg Allman- και ‘Α Million Miles Away’ (προσωπικά, το αγαπημένο μου από τον δίσκο).
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε και την ποιοτική δουλειά του Lou Martin στα πλήκτρα και στο ακορντεόν, που έχουν εμφυσήσει στον δίσκο μια έντονη αίσθηση αμερικάνικων blues και folk-country κομματιών, σε συνδυασμό και με την φυσαρμόνικα που ακούγεται σε αρκετά σημεία.
Αυτή η αίσθηση γίνεται ακόμα πιο έντονη, από τις πρώτες κιόλας νότες του ‘Who’s ‘That Coming?’, όπου ακούγοντάς το θαρρείς πως μεταφέρεσαι νοητά σε κάποια φυτεία στον Μισσισσιππή.
Στα δύο τελευταία τραγούδια της reissued έκδοσης που κυκλοφόρησε πολύ αργότερα, ο Rory κλείνει το μάτι στις επιρροές του. Το ‘Tuscon, Arizona’ είναι μια σπάνια διασκευή του rockabily κομματιού του Link Wray, ενώ στο ‘Just a Little Bit’ του R&B Rosco Gordon που ηχογραφήθηκε το μακρινό 1959, βάζει την δική του, προσωπική πινελιά.
Αφού ο δίσκος κόπηκε και ανέβηκε στα ράφια των δισκοπωλείων, ακολούθησε η ιστορική Irish Tour, σε μια περίοδο έντονων πολιτικών αναταραχών για την Ιρλανδία, με τον Rory Gallagher να χαρίζει μοναδικές ζωντανές εμφανίσεις και να ενώνει τον κόσμο. Αναλυτικότερα για την περιοδεία αυτή μπορείτε να διαβάσετε στο παρακάτω αφιέρωμά μας: